Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2009

ΧΑΔΑ-ΧΥΤΑ ή ΧΥΤΥ

Στην Νάξο της πολιτικής ασημαντότητας.

Η απόφαση του Νομαρχιακού συμβουλίου, στις 17 Δεκεμβρίου 2009, να εγκρίνει την Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) του ΧΥΤΑ Νάξου, ήρθε να επιβεβαιώσει ακόμα μια φορά την αυταρχικότητα, την αναλγησία και το καιροσκοπισμό, των τοπικών και νομαρχιακών αντιπροσώπων.

Το μείζονος σημασίας έργο αντιμετωπίστηκε από τους αιρετούς μας με τον πλέον κοινωνικά αποκρουστικό και πολιτικά αποτρόπαιο τρόπο. Το σημαντικότερο έργο που αφορά το παρόν και το μέλλον της Νάξου προσέκρουσε στην ασημαντότητα και ανευθυνότητα των πολιτικών μας αντιπροσώπων.

Η σθεναρή, επίμονη και τεκμηριωμένη με αδιαφιλονίκητα επιχειρήματα, παρουσία των τοπικών κοινωνιών, τόσο στο Δημοτικό όσο και στο Επαρχιακό συμβούλιο, αποδείχθηκε αρκετή για να τρέψει σε φυγή τους συμβούλους και να τους αναγκάσει υπό το καθεστώς τύψεων και ντροπής να λένε ψέματα, προκειμένου να μην πάρουν αποφάσεις για το ύψιστης σημασίας έργο, που αφορά την Νάξο και να ρίξουν «το μπαλάκι της απόφασης» δήθεν στην Νομαρχία. Την ίδια στιγμή όμως γνώριζαν ότι η μη λήψη απόφασης για τον ΧΥΤΑ στην ουσία καταγράφεται ως θετική ψήφος στα πρακτικά των συμβουλίων «τους».

Των κατά ευφημισμό συμβουλίων «τους», όπου η γνώμη της κοινωνίας είναι ενοχλητική, καταδικαστέα και άνευ ουσίας. Κατανοώντας ότι οι τοπικές κοινωνίες έχουν δίκιο και φοβούμενοι την εκλογική απόρριψη τους στις επόμενες εκλογές προσπάθησαν να αποστασιοποιηθούν από την κατασκευή ΧΑΔΑ-ΧΥΤΑ και να μην εμπλακούν φανερά στο όλο θέμα. Ο φόβος του πολιτικού κόστους τους υποχρέωσε να ψηφίζουν ΝΑΙ και να παρουσιάζονται στον κόσμο ουδέτεροι, αμέτοχοι και σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι και αρνητικοί απέναντι στους ΧΥΤΑ ( βλέπε κ Συρμαλένιο του ΣΥΡΙΖΑ).

Η διγλωσσία, τα ψεύδη και η άνευ προηγουμένου συστράτευση των δημοτικών επαρχιακών και νομαρχιακών συμβούλων έχει σαν στόχο όχι την οικονομική ή περιβαλλοντική προστασία μας, όπως χωρίς αιδώ προπαγανδίζουν, ούτε καν την υπερκομματική αναγκαιότητα του έργου αυτού. Η συστράτευση τους αποσκοπεί στην δημιουργία ενός ενιαίου μετώπου ενάντια στις δίκαιες και αναμενόμενες δυναμικές αντιδράσεις της κοινωνίας που έχουν προαναγγελθεί και επίσημα στο επαρχιακό συμβούλιο. Το «εδώ θα γίνει της Λευκίμης και θα είστε υπεύθυνοι εσείς» καθώς και οι αντιδράσεις για τους ΧΥΤΑ σε ολόκληρη την Ελληνική επικράτεια με αιτήματα να μετατραπούν σε ΧΥΤΥ, ανάγκασε το «Δημοκρατικό αίσθημα» των «ναιναίκων» πολιτικών μας να εκφράσουν με τέτοιο πλουραλισμό το Ναι τους, που άφησαν άφωνους και άλαλους όλους εμάς τους ξυπόλητους ιθαγενείς.

Κάτω από τον μανδύα του νόμιμα εκλεγμένου αντιπροσώπου, σφετερίζονται την δύναμη των πολλών, εκμεταλλεύονται την έλλειψη ενημέρωσης του κόσμου, διαδίδοντας ψεύδη, για να διχάσουν και να αποπροσανατολίσουν τον κόσμο από τους πραγματικά υπεύθυνους, αυτούς τους ίδιους. Χωρίς αιδώ, προπαγανδίζουν αθλιότητες τύπου: οι ΧΑΔΑ-ΧΥΤΑ και ΧΥΤΥ όπου επιλέγονται να γίνουν δημιουργούν πρόβλημα στις τοπικές κοινωνίες ή ας κάνουμε τώρα τον ΧΥΤΑ και μετά θα τον μετατρέψουμε σε ΧΥΤΥ. Γεγονός που δεν ισχύει γιατί από την στιγμή που θα πέσουν σκουπίδια στον χώρο του ΧΥΤΑ, θα πρέπει να ξεχώσουν όλα τα σκουπίδια να καθαρίσουν τον χώρο και μετά να τον μετατρέψουν σε ΧΥΤΥ ή να αναζητήσουν νέο χώρο για την δημιουργία ΧΥΤΥ.

Αντίθετα ο ΧΥΤΥ μετατρέπεται σε ΧΥΤΑ-ΧΑΔΑ, αν δεν γίνεται ανακύκλωση. Και ανακύκλωση δεν γίνεται από τους 2 Δήμους, όχι από τους πολίτες. Η ενδελεχής υποκρισία και δημαγωγία τους, στοχεύει στον κατευνασμό και εφησυχασμό της αγανάκτησης του κόσμου από την μια και από την άλλη στην απόκρυψη της αδιαφορίας, της έλλειψης σθένους και των προσωπικών αντιφάσεων τους.

Όλοι γνωρίζουν ότι οι ΧΥΤΑ εκτός από παράνομοι μετά το 2013, γεγονός που θα επιφέρει μεγάλα πρόστιμα από την ΕΕ, είναι και καταστροφικοί για το περιβάλλον. Πάραυτα κανείς δεν ψήφισε όχι στον ΧΥΤΑ, «για να μην χαθούν τα χρήματα που έχουν ξοδευτεί» ενώ τα χρήματα που θα πληρώνουμε από τα πρόστιμα είναι σαφώς περισσότερα και σίγουρα σε βάθος χρόνου θα αποβούν αβάστακτα για εμάς.

Όσο για την περιβαλλοντική ευαισθησία και αρετή τους, αντί να προχωρήσουν σε ολοκληρωμένη διαχείριση απορριμμάτων νομιμοποιούν την ανικανότητα και μικρόνοια της προηγούμενης δημοτικής αρχής αλλά και της δικής τους και μετατρέπονται σε στυγερούς θύτες του περιβάλλοντος και των κατοίκων του!

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ.

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2009

ΕΝΩΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ ΝΑΞΟΥ

Αγροτικό ζήτημα.
Μια ιστορική αναφορά που αιτιολογεί τα σημερινά σκάνδαλα της ΕΑΣ Νάξου!

Από την ένταξη της Θεσσαλίας στην Ελληνική επικράτεια το 1881 ο αγροτικός τομέας αποτελεί για το Ελληνικό κράτος τον Δούρειο Ίππο για τον έλεγχο της οικονομίας και για την ευνοϊκότερη διείσδυση του κεφαλαίου σε όλους σχεδόν τους παραγωγικούς τομείς. Οι κολίγοι, παρόλο, που επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας είχαν δικαιώματα επί των οικιών που διέμεναν αλλά και επί των εκτάσεων που καλλιεργούσαν (γη, δάση και βοσκότοποι), ήταν οι μεγάλοι χαμένοι της ενσωμάτωσης αυτής μιας και το Οθωμανικό δίκαιο καταργήθηκε και εφαρμόστηκε το βυζαντινό δίκαιο, όπου αφαιρούσε τα δικαιώματα των κολίγων, μετατρέποντας τους, στην ουσία, σε δουλοπάροικους.

Αντίθετα, οι μεγάλοι κερδισμένοι της ενσωμάτωσης είναι οι τσιφλικάδες, που ενώ είχαν μόνο το δικαίωμα είσπραξης των προσόδων επί των εκτάσεων που κατείχαν, σύμφωνα πάντα με το Οθωμανικό δίκαιο, οι Ελληνικές κυβερνήσεις, επαναφέροντας το Βυζαντινό Δίκαιο, τους παραχώρησαν την πλήρη κυριότητα της ιδιοκτησίας, που μέχρι πριν λίγο καιρό ανήκε στους Οθωμανούς. Οι κολίγοι άρχισαν να οργανώνονται και να διεκδικούν την επαναφορά του προηγούμενου καθεστώτος και παράλληλα έθεταν θέμα απαλλοτριώσεων και αναδιανομής της γης, πάνω στην βάση της μικρής οικογενειακής ιδιοκτησίας. Οι τότε εκσυγχρονιστές (Τρικούπης, Δραγούμης) ήσαν αντίθετοι με την αναδιανομή των γαιών φοβούμενοι μην χάσουν τους ξένους επενδυτές.

Οι πρώτες προσπάθειες οργάνωσης των δουλοπάροικων εμφανίζονται στις αρχές του 20ο αιώνα (Λάρισα, Καρδίτσα Τρίκαλα) και υιοθετούν σύγχρονους τρόπους πάλης όπως συλλαλητήρια, ψηφίσματα στον Βασιλιά και στην κυβέρνηση, μαζικές κινητοποιήσεις κλπ. Η δολοφονία του Αντύπα το 1907 από τους τσιφλικάδες εξόργισε και ένωσε τους αγρότες, οι οποίοι εντατικοποίησαν τις διεκδικήσεις τους με αποκορύφωση την μαζική διεκδίκηση-εξέγερση του Κιλελέρ και του Τσουλάρ τον Μάρτιο του 1910. Δύο αγρότες νεκροί και 15 τραυματίες, από τις συμπλοκές των δουλοπάροικων με τις δυνάμεις καταστολής και πάρα πολλοί κρατούμενοι που παρεμπιπτόντως αθωώθηκαν όλοι στο δικαστήριο.

Η νεοεκλεγμένη κυβέρνηση του Ε. Βενιζέλου παραχωρεί το 1911 κάποια προνόμια στους κολίγους, ενισχύοντας τον ρόλο των κοινοτήτων και καταργώντας τους δήμαρχους, αλλά δεν προχωράει σε αναδιανομή της γης. Οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος και η μικρασιατική εκστρατεία, δημιουργούν μεγάλη έλλειψη εργατικών χεριών στην ελεύθερη Ελλάδα και αναγκαστικά οδηγούν τα μέλη της «Εθνικής άμυνας» με έδρα την Θεσσαλονίκη να πάρουν μέτρα προστατευτισμού και να προωθήσουν την μεταρρύθμιση του 1917-20 η οποία στην ουσία ουδέποτε ολοκληρώθηκε. Το 1917 και το 1919 δεν έγινε καμία απαλλοτρίωση, το 1918 έγινε μία(1) και το 1920 απαλλοτριώθηκαν 63 τσιφλίκια. Αποτέλεσμα το αγροτικό ζήτημα να παραμείνει άλυτο και να διογκωθεί με την μικρασιατική καταστροφή.

Αντικειμενικά ο πόλεμος επέβαλε την ανάγκη για προστασία της αγροτικής παραγωγής, την δημιουργία βιομηχανίας και την αναδιάρθρωση της αγροτικής παραγωγής ιδιαίτερα στο τομέα των σιτηρών, που η βασική παραγωγή τους γίνεται στο κάμπο της Θεσσαλίας. Η μικρασιατική καταστροφή επέφερε την ανάγκη αύξησης της αγροτικής παραγωγής για την επιβίωση του εξαθλιωμένου πληθυσμού, τεράστια δημογραφικά και Εθνολογικά προβλήματα στα βόρεια σύνορα(Μακεδονία), ανεργία, ανατρεπτικές διεργασίες ανάμεσα στους παλαιούς πολεμιστές, κοινωνικές φοβίες ενός κατεστραμμένου κρατικού μηχανισμού και ταυτόχρονες απαιτήσεις για οικονομική αστική διαχείριση με αποτέλεσμα το Ελληνικό κράτος να επισπεύσει την μεταρρύθμιση από το 1924 και μετά.

Η μεταρρύθμιση όμως αφορά την νέα γη και όχι την παλαιά Ελλάδα, όπου η μεγάλη ιδιοκτησία έμεινε άθικτη και επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας. Παρά τα δυσβάστακτα κοινωνικά προβλήματα τα οποία συνεπάγεται το γεγονός αυτό, για την παλαιά Ελλάδα η μόνη μεταρρύθμιση είναι ότι, καταργούνται μια σειρά από αναχρονιστικοί νόμοι μεσαιωνικού χαρακτήρα. Το ότι η μεταρρύθμιση αυτή επιβλήθηκε από το κράτος μέσα σε μια αντιφατική και αργή διαδικασία, που ολοκληρώθηκε από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, χωρίς την ύπαρξη ενός οργανωμένου πανελλαδικού αγροτικού κινήματος, αποτελεί προσδιοριστικό παράγοντα του τρόπου και των μορφών που πήρε αυτή.

Η αγροτική μεταρρύθμιση παρόλο που αποτελεί την πιο ριζοσπαστική πολιτική σε ολόκληρη την Ευρώπη, μετά την αναδιανομή της ΕΣΣΔ το 1917 γίνεται από την μια με μεγάλες αποζημιώσεις προς στους τσιφλικάδες και από την άλλη με οικονομικούς όρους δυσβάσταχτους για τους νέους ιδιοκτήτες(70.000 δραχμές από τα ένα μεγάλο μέρος, τα παρακρατούσαν για τα εργαλεία που τους έδιναν). Οι μικροί και ασύμφοροι κλήροι αφενός έστρωσαν το έδαφος για την είσοδο του κεφαλαίου στην αγροτική αγορά και αφετέρου συνέβαλαν στην υπερχρέωση και την εξάρτηση του αγροτικού κόσμου από το κράτος.

Η ληστρική πιστωτική πολιτική των τσιφλικάδων αντικαθίσταται από την απρόσωπη αλλά εξίσου ληστρική «αστική» πολιτική. Η εγκατάλειψη των μικρών κλήρων σε συνδυασμό με την αδυναμία μετανάστευσης στο εξωτερικό συμβάλει στην αστικοποίηση της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Η κρατική φοροεπιδρομή τόσο στα προϊόντα, όσο και στην ιδιοκτησία εξοντώνει τα αγροτικά στρώματα αστικοποιώντας τα ακόμα περισσότερο. Απόρροια αυτής της παρέμβασης είναι η καταστροφή των παραδοσιακών όρων ζωής του αγροτικού πληθυσμού, που οδηγεί στην κατάλυση των όρων φυσικής οικονομίας στην ύπαιθρο.

Η αγροτική παραγωγή αυξάνεται σε δυσαναλογία όμως με τις καλλιεργούμενες εκτάσεις και διευκολύνει την εμπορευματοποίηση του αγροτικού χώρου με τις αντίστοιχες αναδιατάξεις των προϊόντων και κυρίως της μονοκαλλιέργειας, για την εξυπηρέτηση των εσωτερικών αναγκών αλλά και των εξαγωγών. Η αύξηση της μονοκαλλιέργειας μειώνει τις δυνατότητες των παραδοσιακών μορφών αγροτικής αυτάρκειας και ταυτόχρονα δυναμώνει τους δεσμούς εξάρτησης από τους νόμους της αγοράς. Οι εμπορικές δραστηριότητες επωφελούνται και αυξάνονται ενώ συμβάλουν στην επέκταση της βιοτεχνίας και της βιομηχανίας με κύριο φορέα του κέρδους όμως το Ελληνικό κράτος (και όχι τους βιομήχανους που αδιαφορούν για την αγροτική παραγωγή), που τελικά διαμόρφωσε τον κοινωνικό σχηματισμό του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και κατανάλωσης.

Οι Ελληνικοί Αγροτικοί Συνεταιρισμοί

Ο δανεισμός των αγροτών και η εξάρτηση τους από την Αγροτική τράπεζα (1927) αποτελεί ένα καθεστώς που συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας. Οι πρώτοι συνεταιρισμοί παρά τις αγνές προθέσεις των πρώιμων οπαδών τους δημιουργήθηκαν από τα πάνω και πριμοδοτήθηκαν από τις τράπεζες. Δυστυχώς οι ενώσεις των συνεταιρισμών στην Ελλάδα, δεν δημιουργήθηκαν κατόπιν ζυμώσεων και διεκδικήσεων των αγροτών. Η απόλυτη εξάρτηση τους από το κράτος συνέβαλε στην εξαθλίωση και την πολιτική ομηρία των αγροτών. Οι ιδεολογικά αντίθετοι αποκλείονται από την κρατική «μέριμνα» και η είσοδος ατόμων άσχετων με την αγροτική παραγωγή όπως, δικηγόροι, ιδιοκτήτες γης, κεφαλαιούχοι και κομματικοί «πάτρωνες» ενίσχυσαν την εξάρτηση των αγροτών από τα κόμματα εξουσίας.

Η ανυπαρξία ενός οργανωμένου αγροτικού κινήματος, που να εκφράζει τα κοινά συμφέροντα των αγροτών αποτελεί το κύριο παράγοντα για την μετατροπή του πληθυσμού της υπαίθρου σε σταθερό εκλογικό πελάτη των πολιτικών τζακιών, που διαχειρίζονταν την κρατική μηχανή. Ακόμα και η διανομή των Εθνικών γαιών συντελείται με όρους πελατειακών σχέσεων και υπό την πίεση των διεθνών δεδομένων και όχι κατόπιν πιέσεων και διεκδικήσεων του αγροτικού πληθυσμού. Ο κρατικός παρεμβατισμός φαντάζει απαραίτητος στους αγρότες και η δημιουργία αγροτικού κόμματος (Παπαναστασίου) την πρώτη δεκαετία της Β΄ Ελληνικής Δημοκρατίας 1924-35 δεν κατάφερε να δεθεί με τα ευρύτερα αγροτικά στρώματα.

Η κομμουνιστική αριστερά ενώ έχει αντίκτυπο στα εξαθλιωμένα αγροτικά στρώματα και κυρίως στα πιο συνειδητοποιημένα, αυτά της Θεσσαλίας και της Άρτας, αδυνατεί να ενώσει τους αγρότες στο σύνολο τους, λόγω της αντικομουνιστικής προπαγάνδας αλλά κυρίως λόγω των θέσεων της αριστεράς, για ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη, που την αποξενώνουν από τα αγροτικά στρώματα και προβλήματα. Τα μεγάλα κρατικά έργα γεωργικής υποδομής, η από τα πάνω ίδρυση γεωργικών συνεταιρισμών, η ίδρυση της ΑΤΕ ως φορέα της αγροτικής πίστης, τα αγροτικά δάνεια, τα προστατευτικά μέτρα υπέρ των αγροτών και η εντονότερη κρατική παρέμβαση(*), που επιβάλλει η παγκόσμια οικονομική κατάσταση(1929), οδηγούν τους αγρότες στην συντηρητικοποίηση και σε αγώνες όχι εναντίον ενός εχθρικού αστικού κράτους, αλλά, σε μορφές εξασφάλισης ευνοϊκότερων κρατικών παρεμβάσεων υπέρ των προβλημάτων τους.

Η μοναδική μορφή αμφισβήτησης τους είναι απέναντι σε μια κακιά, άσχετη και αργή γραφειοκρατία, με αποτέλεσμα οι πολιτικοί να παραμείνουν οι μοναδικοί διαχειριστές των αγροτικών προβλημάτων και ταυτόχρονα οι αποκλειστικοί προστάτες τους. Οι δικτατορίες του 36 και του 67 επεμβαίνουν ωμά στις διοικήσεις των συνεταιρισμών και διαιωνίζουν το καθεστώς της οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης των συνεταιρισμών. Οι συνεταιρισμοί αποτελούν τον μοναδικό χώρο συνδικαλιστικής δράσης των αγροτών αλλά είναι εκ των προτέρων καταδικασμένοι σε μια ατέρμονη αλληλεξάρτηση με τον φορέα των προβλημάτων τους, το ίδιο το κράτος.

Η γραφειοκρατία, οι πελατειακές σχέσεις και η διάχυτη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία είναι τα κύρια δομικά συστατικά των συνεταιρισμών τα οποία ταλανίζουν και εξαθλιώνουν ακόμα και σήμερα τους αγρότες (βλέπε ΕΑΣ Νάξου). Η βίαιη είσοδο των κανόνων της παγκόσμιας αγοράς στην Ελληνική κοινωνία αναγκάζει την κρατική πολιτική να προσανατολίζεται στην μετατροπή των συνεταιρισμών σε ανταγωνιστικές επιχειρήσεις με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και κανόνες, που ορίζουν οι βιομηχανίες τροφίμων. Όσοι δεν προσαρμόζονται βρίσκονται αντιμέτωποι με διαδικασίες κατάσχεσης τους, από την ΑΤΕ.

Οι συνεταιρισμοί καλούνται να χαράξουν αγροτική πολιτική και να καθορίσουν την παραγωγή σε τοπικό επίπεδο, πάντα σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς, που στην ουσία ορίζουν οι μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων. Η απαγόρευση παραγωγής ορισμένων προϊόντων που έχουμε ανάγκη οδηγεί στην εισαγωγή τους από τον βορρά (γάλα και κρέας) με όλα τα συνεπακόλουθα (διοξίνες, τρελές γελάδες, κοτόπουλα κανίβαλοι, μεταλλαγμένα, βιομηχανία αρώματος και γεύσης και ένας τεράστιος κύκλος εργασιών οικονομικής επιστημονικής και εξουσιαστικής φύσεως). Η πολιτική συγκράτησης ή και πτώσης των τιμών των αγροτικών προϊόντων ευνοεί τους βιομηχάνους και τους μεσάζοντες, καθώς αγοράζουν φτηνά και πουλούν ακριβά. Έτσι, ενώ στη δεκαετία του ’80 η σχέση τιμής σταριού και ψωμιού ήταν 1 προς 3, τώρα είναι 1 προς 7. Το ίδιο και στο βαμβάκι όπου από 1 προς 15, έχει πάει στο 1 προς 20. Οι επιδοτήσεις παίζουν ακριβώς αυτόν τον ρόλο, της καθήλωσης δηλαδή των τιμών προς τα κάτω και προς όφελος των βιομηχανιών.

(*) Καταφέρνουν να επεκτείνουν το πελατειακό δίκτυο και στις νέες περιοχές και χωρίς πολύ κόπο να μεταθέτουν μια σειρά από άλυτα προβλήματα όπως η υπερχρέωση και η εξαθλίωση τους, στην σφαίρα ενός ανύπαρκτου, τεχνητού, πολιτικού διχασμού (της προηγούμενης περιόδου) καθώς και στην άνιση κατανομή των γαιών ανάμεσα στους πρόσφυγες και στους ντόπιους πληθυσμούς με αποτέλεσμα τον αποπροσανατολισμό τους και την μεταξύ τους αντιπαλότητα.

Η ίδρυση της ΕΑΣ Νάξου το 1926,
όπως ήταν φυσικό, πραγματοποιήθηκε μέσα στο ίδιο ιστορικό, πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή. Οι προηγούμενες κατά χωριό, Βίβλος, Σανγκρίου, Ποταμιάς, Φιλωτίου και πολλών άλλων της ορεινής και πεδινής Νάξου, αυθόρμητες ενώσεις αγροτών, καταλύονται και απορροφούνται από την ΕΑΣ Νάξου. Τα χαρακτηριστικά της ΕΑΣΝ και ο τρόπος λειτουργίας της δεν διαφέρουν από αυτά των άλλων συνεταιρισμών πέρα των τοπικών ιδιαιτεροτήτων (η καθολική και η ορθόδοξη εκκλησία ήταν οι μεγάλοι γαιοκτήμονες).

Τα περιουσιακά της στοιχεία και η απόλυτη κυριαρχία της στον πρωτογενή τομέα την καθιστούν ένα ισχυρό θεσμικό όργανο για την τοπική κοινωνία, όπως ακριβώς και οι άλλοι συνεταιρισμοί. Η σχέση της με το κράτος δεν έχει αλλάξει και πολύ, ενώ οι αγρότες λόγω ακριβώς της έλλειψης, ακόμα και σήμερα, ενός ακηδεμόνευτου φορέα, που να εκφράζει τα συμφέροντα τους συνεχίζουν να διεκδικούν περισσότερη κρατική παρέμβαση, από τα κόμματα εξουσίας, που στην ουσία ευθύνονται για την κατάντια τους ή έτσι απλά αλλάζουν εργασία. Όπως και πριν 100 χρόνια, δεν άλλαξε τίποτα.

Ακόμη και μετά το σκάνδαλο που είχε ξεσπάσει πριν λίγα χρόνια με την οικειοποίηση μέρους των χρημάτων από τις επιδοτήσεις, που ανήκαν στους παραγωγούς και το οποίο συγκαλύφθηκε, ουδείς αμφισβήτησε την αξιοπιστία της, ούτε τέθηκε οποιοδήποτε θέμα, για τη λειτουργία της Ένωσης. Τουναντίον, η Ε.Α.Σ παραμένει μια σταθερή αξία, αφού μάλιστα και ανάμεσα στα υψηλόβαθμα στελέχη της επικρατεί απόλυτη σύμπλευση των δυο κομμάτων εξουσίας.

Οι καταγγελίες για οικονομικά σκάνδαλα, παράνομες αποφάσεις, κατάχρηση εξουσίας, πελατειακές σχέσεις και για σύσταση ενός διοικητικού μηχανισμού που λειτουργεί εχθρικά και απέναντι στην υπάρχουσα διοίκηση ήρθε να επιβεβαιώσει την ιστορική καταβολή των προβλημάτων που ταλανίζουν ακόμα και σήμερα τους αγρότες και να προσθέσει στην δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία και τα υψηλόμισθα κλιμάκια που αποτελούν πεδίο ανταγωνισμού ανάμεσα στους γραφειοκράτες. Οι μόνοι χαμένοι τελικά είναι οι συντηρητικοί και εξαρτημένοι αγρότες…

Το σύστημα των κοινοτικών ενισχύσεων έχει δημιουργήσει έναν υπερτροφικό κτηνοτροφικό τομέα που στηρίζεται εν πολλοίς στις ζωοτροφές, από την εμπορία των οποίων η Ένωση, σε συνεργασία με πολυεθνικές του κλάδου όπως η ΔΕΛΤΑ κ.ά. κερδοσκοπεί ασύστολα. Μ’ αυτόν τον τρόπο, μεγάλο μέρος των κτηνοτρόφων της ορεινής Νάξου επωμίζεται δυσβάσταχτα χρέη ώστε απλώς αναπαράγουν το βιος τους προς όφελος και μόνο των δανειστών τους. Ταυτόχρονα, ο συνεταιρισμός έχει επεκταθεί και σε εμπορικές δραστηριότητες προωθώντας προϊόντα πολυεθνικών όπως γάλατα, αναψυκτικά, τρόφιμα και ποτά…

Πολλές παραδοσιακές καλλιέργειες του νησιού (κιτριές, αμυγδαλιές, αμπέλια, κερασιές, καρυδιές) τείνουν προς εξαφάνιση και με την επιδότηση της ΕΕ, ενώ μεγάλες εκτάσεις έχουν παραδοθεί στη μόνιμη αγρανάπαυση ή στην οικοπεδοποίηση. Τα παραδοσιακά λακκώματα (αναβαθμίδες) της ορεινής Νάξου, με τη συμβολή και των τελευταίων πλημμύρων και κατακρημνίσεων, δεν αποτελούν παρά ένα ευρύ πεδίο για ανθρωπογεωγραφικές μελέτες. Δεν είναι τραγελαφικό ότι γειτονικά νησιά όπως η Πάρος και η Σαντορίνη έχουν χαρακτηριστεί αμπελόκηποι με όλα τα προνόμια, που σημαίνει αυτό, ενώ στο νησί του Διονύσου τ’ αμπέλια να ρημάζουν;

Η πριν λίγο καιρό ανακοίνωση της δημιουργίας, συλλόγου οινοπαραγωγών στην ορεινή Νάξο, αποτελεί την μεγάλη πρόκληση για το μέλλον πολλών άλλων παραγωγικών φορέων. Η δεδομένη «εισβολή» των κομματικών στελεχών είναι αναγκαίο να αποτραπεί από τους ίδιους τους παραγωγούς. Η ιστορία των συνεταιρισμών είναι διαφωτιστική, για την επιβίωση αυθόρμητων και ακηδεμόνευτων συνεταιρισμών, που θέλουν να είναι βιώσιμοι. Μόνο οι ίδιοι μπορούν να υπερασπίσουν τα δικαιώματα τους. Η ιστορία και η ζωή μας σήμερα δεν είναι τόσο ξεκομμένες όπως πιστεύουν πολλοί. Μια ειλικρινή ανάγνωση της ιστορίας μας δείχνει τι να αποφεύγουμε και από τι να προφυλασσόμαστε.

Τελειώνοντας θα ήθελα να τονίσω ότι ο Ελαιώνας της Τραγαίας είναι μοναδικός στις Κυκλάδες και ήδη παρατηρούνται τα πρώτα δείγματα, εγκατάλειψης και οικοπεδοποίησης του. Η δημιουργία ενός συμβατικού αλλά ακηδεμόνευτου οργανισμού προστασίας του ελαιοτριβεία είναι σήμερα απαραίτητος αν δεν θέλουμε να ζήσουμε την εξαφάνιση του, με ότι συνεπάγεται αυτή. Η καλύτερη αρχή είναι να αναγνωρίσουμε πρώτα από όλα την μοναδικότητα του…