Τετάρτη 12 Μαΐου 2010

Τι όπλο διαθέτει ένα κράτος για να εκβιάσει ή να πιέσει τους δανειστές του, ιδίως όταν πρόκειται για διεθνείς τοκογλύφους και κερδοσκόπους;

Ένα μέρος από την συνέντευξη του Δημήτρη Καζάκη που δημοσιεύει το ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ...επαναδημοσιεύω. Ένα κείμενο που επιβεβαιώνει ότι λύσεις υπάρχουν αλλά τα φερέφωνα του πασοκ της νδ και του "λαος" δεν θέλουν ούτε να τις ακούσουν... ντροπή τους.

Τι όπλο διαθέτει ένα κράτος για να εκβιάσει ή να πιέσει τους δανειστές του, ιδίως όταν πρόκειται για διεθνείς τοκογλύφους και κερδοσκόπους;
Μόνο ένα: την άρνηση της πληρωμής του χρέους. Το γεγονός αυτό το ξέρουν πολύ καλά πρώτα και κύρια οι εκπρόσωποι του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου. Γι’ αυτό και όταν στη δεκαετία του ’80 οι χώρες της Λατινικής Αμερικής είχαν βρεθεί σε μια παρόμοια κρίση χρέους και κινδύνευαν κυρίως οι μεγάλες τράπεζες των ΗΠΑ, αλλά και διεθνώς, να υποστούν μεγάλες ζημιές από μια ενδεχόμενη παύση πληρωμών, ο Κίσινγκερ τότε έτρεξε και ξεκαθάρισε τη στρατηγική που έπρεπε να ακολουθηθεί για να «διασωθεί η παγκόσμια οικονομία» του κεφαλαίου:

«Το πρώτο βήμα είναι να αλλάξουμε το πλαίσιο διαπραγμάτευσης, πρέπει να αφαιρεθεί από τους οφειλέτες – στο βαθμό που είναι δυνατό – το όπλο της παύσης των πληρωμών. Οι βιομηχανικές δημοκρατίες χρειάζεται επειγόντως να προσφέρουν κάποιο είδος κρατικής βοήθειας έκτακτης ανάγκης προς τα απειλούμενα πιστωτικά ιδρύματα. Αυτό θα μειώσει τόσο την αίσθηση πανικού, όσο και τη δυνατότητα των οφειλετών να εκβιάζουν.» (Newsweek, 24/1/1983)

Μετά από πολλές πιέσεις όλες οι υπερχρεωμένες χώρες της λατινικής Αμερικής ακολούθησαν τον δρόμο που ήθελε ο Κίσινγκερ. Αποδέχτηκαν δηλαδή τις διάφορες βοήθειες έκτακτης ανάγκης και προχώρησαν σε αναδιαπραγμάτευση του χρέους αντί να αρνηθούν μονομερώς να το πληρώσουν όπως απαιτούσαν τα λαϊκά κινήματα σ’ αυτές τις χώρες. Το αποτέλεσμα ήταν οι χώρες αυτές μετά από σχεδόν δυο δεκαετίες άγριας λιτότητας, μαζικής εξαθλίωσης του πληθυσμού και καταστροφής βρέθηκαν με υπερδιπλάσια δημόσια χρέη από την εποχή της αναδιαπραγμάτευσης τη δεκαετία του ’80. Αυτό έχει κάνει όλους τους λαούς στη Λατινική Αμερική σήμερα να μην θέλουν ούτε να ακούσουν για διαπραγμάτευση του χρέους. Παραμένουν ασυμβίβαστοι στο βασικό τους αίτημα: εδώ και τώρα μονομερής άρνηση της πληρωμής του χρέους, καμμιά κηδεμονία από το ΔΝΤ.


Σε άλλες χώρες κατάφεραν να το επιβάλουν όπως στη Βενεζουέλα το 2001, την Αργεντινή το 2003, τη Βολιβία το 2004, το Εκουαδόρ το 2008, κ.ο.κ, ενώ αλλού ο αγώνας ακόμη συνεχίζεται. Όπου το κατάφεραν οι χώρες κατόρθωσαν να πατήσουν στα πόδια τους, άρχισαν μια νέα πορεία, έστω κι αν δεν έχουν κατορθώσει να λύσουν ακόμη τα προβλήματά τους, έστω κι αν υπάρχουν κάπου-κάπου πισωγυρίσματα. Σε κάθε περίπτωση όμως γλύτωσαν την οικονομική και κοινωνική καταστροφή στην οποία είχαν καταδικαστεί.

Τι σημαίνει όμως άρνηση της πληρωμής του χρέους;
Η κυβέρνηση επίσημα επιχειρεί να το ταυτίσει με την πτώχευση της χώρας, που έτσι ή αλλιώς προετοιμάζει. Η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Άρνηση της πληρωμής του χρέους εδώ και τώρα, σημαίνει άμεση παύση πληρωμών προς τους δανειστές.

Με απλά λόγια γλυτώνουμε τα 8 με 11 δις ευρώ που έχουμε να πληρώσουμε στις 19 Μαΐου και για τα οποία η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι αναγκάστηκε να αποδεχτεί τα σκληρά μέτρα που ζήτησε η «τρόικα». Γλυτώνουμε τα πάνω από 80 δις ευρώ που είμαστε αναγκασμένοι να καταβάλουμε κάθε χρόνο στους δανειστές μας και για τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να δανειζόμαστε συνεχώς διογκώνοντας το δημόσιο χρέος.

Μα δεν θα έχουμε λεφτά να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις, ισχυρίζεται η κυβέρνηση. Ψέματα. Το 97% όσων δανειστήκαμε την τελευταία δεκαετία πήγαν στην εξυπηρέτηση παλιότερων δανείων. Μόλις το 3% κάλυψε ελλείμματα του δημοσίου. Δεν δανειζόμαστε δηλαδή για να πληρώνουμε μισθούς και συντάξεις, αλλά για να πληρώνουμε παλιότερα δάνεια. Αυτή είναι η αλήθεια.

Μόνο με την πτώχευση και την παύση πληρωμών που ετοιμάζει η κυβέρνηση και οι πάτρωνές της δεν θα πληρώνονται μισθοί και συντάξεις. Μόνο με την πολιτική που ακολουθείται σήμερα είναι σίγουρο ότι αργά ή γρήγορα θα καταντήσουμε σαν την Ιρλανδία που οι περιοριστικές πολιτικές που της επιβλήθηκαν την ανάγκασαν μετά την περικοπή του 13ου και 12ου μισθού να πληρώνει τους δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους κάθε δεύτερο ή τρίτο μήνα. Μόνο με αυτή την πολιτική θα βρεθεί στην ανάγκη η κυβέρνηση να δεσμεύσει τις λαϊκές καταθέσεις στις τράπεζες, όπως έγινε στην Αργεντινή, προκειμένου να περισώσει το τραπεζικό σύστημα της χώρας το οποίο βρίσκεται ένα μόλις βήμα πριν την χρεωκοπία.

Αντίθετα, γλυτώνοντας από τον φόρο αίματος που πληρώνει η χώρα στους δανειστές, ο οποίος το 2009 έφτασε στο 35% του ΑΕΠ, όχι μόνο μπορούμε να συνεχίσουμε να πληρώνουμε μισθούς και συντάξεις, αλλά και με τους πόρους που θα περισώσουμε μπορούμε να προχωρήσουμε σε μια γενναία αναδιανομή εισοδημάτων προς όφελος πρώτα και κύρια των μισθωτών και συνταξιούχων. Κι αυτό όχι μόνο ή απλά για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, ή βελτίωσης του επιπέδου της ζωής τους, αλλά γιατί μόνο έτσι μπορεί να ξεκινήσει μια αληθινή παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.

Μα δεν θα μπορούμε να δανειστούμε για να καλύψουμε το έλλειμμα του κράτους.
Είναι αλήθεια ότι με την άρνηση της χώρας να αναγνωρίσει τις υποχρεώσεις της προς τους δανειστές της, δεν θα μπορέσει ξανά να βγει στη διεθνή αγορά ομολόγων για να δανειστεί. Αυτό όμως δεν είναι κακό, αλλά καλό. Αλλοίμονο αν η χώρα χρειάζεται να δανείζεται από τη διεθνή κερδοσκοπία, τότε το παιχνίδι το έχει χάσει από χέρι. Όπως είπαμε, αν φύγει η εξυπηρέτηση των δανείων, οι πραγματικές δανειακές ανάγκες της χώρας είναι ασήμαντες. Κάλλιστα μπορεί να τις καλύψει από το εσωτερικό με όπλο το δικό της εθνικό νόμισμα, όπως έκανε για δεκαετίες πριν μπει στο ευρώ χωρίς να κινδυνεύει από χρεωκοπία.

Τέλος το έλλειμμα του κράτους δεν αποτελεί ταμπού. Αν το κράτος σπαταλά τα έσοδά του σε «ημετέρους», σε κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες και μεγαλοεργολάβους και γενικά στο «τάϊσμα» της κομματικής ολιγαρχίας, τότε τα ελλείμματά του είναι εκ φύσεως παρασιτικά και αποτελούν μεγάλο βραχνά για την οικονομία. Αντίθετα, αν το έλλειμμα του κράτους εντάσσεται σε ένα ευρύ δημοκρατικό σχέδιο επενδύσεων στην παραγωγή που εξασφαλίζει για τον εργαζόμενο πληθυσμό σταθερή απασχόληση με αξιοπρεπείς αμοιβές και στην οικονομία ως σύνολο νέο εισόδημα, τότε μπορεί να αποτελέσει έναν από τους στυλοβάτες της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας.

Τι θα γίνει όμως με τους γύπες της αγοράς;
Μόνο με την μονομερή άρνηση της πληρωμής του χρέους, δηλαδή με την άρνηση της χώρας να αναγνωρίσει τις υποχρεώσεις της προς τους δανειστές της, μπορούν να αντιμετωπιστούν και οι γύπες. Επίσης η αποχώρηση από την ευρωζώνη δεν παρέχει μόνο τη δυνατότητα να επανέλθουμε στο εθνικό νόμισμα και έτσι να αποκτήσουμε τον έλεγχο της οικονομίας μας, αλλά στερούμε και από τους γύπες την δυνατότητα να αξιοποιήσουν τα ευρωπαϊκά δικαστήρια σε βάρος μας. Γι’ αυτό και το να πτωχεύσει η χώρα εντός του ευρώ είναι ειδικά γι’ αυτά τα επενδυτικά κεφάλαια η πιο πρόσφορη και ενδεδειγμένη λύση για την οποία πληρώνουν αδρά για να την προπαγανδίζουν πολλοί «αδέκαστοι» δημοσιολόγοι.

Όμως μια επαναφορά στο εθνικό νόμισμα δεν σημαίνει διαρκείς υποτιμήσεις και γενικά οικονομική καταστροφή;
Δεν είναι αλήθεια. Η Ελλάδα πριν μπει στο ευρώ υπέστη με τους χειρότερους δυνατούς όρους πάνω από 12 επίσημες υποτιμήσεις της δραχμής σε ολόκληρη την μεταπολεμική περίοδο. Καμιά απ’ αυτές δεν την οδήγησε στη χρεωκοπία. Η επαναφορά στο εθνικό νόμισμα δεν θα γίνει για να την διαθέσουμε βορά στους κερδοσκόπους της παγκόσμιας αγοράς συναλλάγματος, όπως έκαναν ανέκαθεν οι κυβερνήσεις αυτής της χώρας. Γίνεται για να λυτρωθούμε από τις διαρκείς πιέσεις της κερδοσκοπίας, για να ελέγξουμε την οικονομία μας, για να χρηματοδοτήσουμε την παραγωγική της ανάπτυξη, για να στηρίξουμε το λαϊκό εισόδημα, για να αναπροσανατολίσουμε το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας.

Το αν μια υποτίμηση ενός εθνικού νομίσματος είναι καταστροφική ή ενεργητική για την παραγωγή και τα εισοδήματα εξαρτάται από τις πολιτικές που το υποστηρίζουν. Αν συνοδεύεται με πολιτικές σκληρής λιτότητας, παραγωγικής αποεπένδυσης και διάλυσης του κοινωνικού κράτους στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας», τότε οδηγεί πράγματι στην καταστροφή. Αν γίνεται για να χρηματοδοτηθεί η παραγωγή και οι εξαγωγές της, αν συνοδεύεται με ισχυρές πολιτικές κοινωνικής προστασίας και στήριξης του λαϊκού εισοδήματος, τότε ακόμη και μια απρόσμενη μεγάλη υποτίμηση δεν θα επιφέρει σοβαρή ζημιά στην οικονομία και την κοινωνία.

Το τραπεζικό σύστημα όμως δεν θα καταρρεύσει;

Το σίγουρο είναι ότι ήδη οι τράπεζες είναι ήδη υπό κατάρρευση. Ο μόνος τρόπος για να διασωθούν, μαζί με τις λαϊκές αποταμιεύσεις και καταθέσεις, είναι η εθνικοποίηση των βασικών τραπεζών και η μεταστροφή τους από ιδρύματα σαράφικης εκμετάλλευσης της επιχείρησης και του νοικοκυριού, σε μοχλούς αναδιοργάνωσης και αναπτυξιακής στήριξης της μικρής και μεσαίας επιχείρησης, του ατομικού παραγωγού και επιχειρηματία, καθώς και του νοικοκυριού. Μόνο με τις τράπεζες στα χέρια του κράτους μπορεί να ελεγχθεί και η ροή κεφαλαίου στο εξωτερικού που αποτελεί εδώ και χρόνια μια από τις πιο μεγάλες πληγές της ελληνικής οικονομίας.

Η μονομερής άρνηση της πληρωμής του χρέους, όπως κι αν την δει κανείς είναι η μόνη λύση για να διασωθεί η χώρα από την πτώχευση και την καταστροφή. Είναι ο μόνος τρόπος για να διασώσουν οι εργαζόμενοι τα εισοδήματά τους, τη δουλειά τους, τις συντάξεις και τα δικαιώματά τους. Είναι ο μόνος τρόπος για να υπάρξει προοπτική για τους νέους, τους αγρότες, τους μικρομεσαίους, για την ίδια τη χώρα. Η στάση απέναντι σε αυτό το ζήτημα κρίνει ποιος είναι με ποιον, ποιος πραγματικά παλεύει για τη διάσωση της χώρας και του λαού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: